Με αφορμή το πιο “βουβό” για την Ελλάδα παγκόσμιο πρωτάθλημα, που ξεκινά στη Μόσχα, ο Βασίλης Σαμπράκος γράφει για τον στίβο που απειλείται με αφανισμό.  

Στην Ελλάδα κάποτε υπήρχε κλασσικός αθλητισμός

Φτάσαμε στην εβδομάδα έναρξης του παγκοσμίου πρωταθλήματος στίβου 2013. Αρχίζει το ερχόμενο Σάββατο στη Μόσχα. Ναι, αν δεν το ξέρεις, η Ελλάδα συμμετέχει, με 17 αθλητές, δηλαδή με 8 άνδρες και 9 γυναίκες. Οχι, δεν υπάρχουν υψηλές προσδοκίες, δηλαδή για την κατάκτηση μεταλλίου. Αλλά ναι, θα έπρεπε να έχεις ακούσει/διαβάσει πολύ περισσότερα. Για στάσου όμως. Για ποιο λόγο να “έπρεπε” να έχεις ακούσει περισσότερα; Σε ενδιαφέρει;

Τα ελληνικά media έφτασαν στην εποχή που είναι πολύ πιθανόν να μην στείλουν κανένα δημοσιογράφο στη Μόσχα, για το παγκόσμιο πρωτάθλημα στίβου. Πέντε χρόνια πίσω, η αποστολή Ελλήνων δημοσιογράφων γέμιζε τουλάχιστον δύο ταξί, πιθανόν και περισσότερα. Πώς φτάσαμε ως εδώ;

Θα είμαι σύντομος στην εξήγηση: τελείωσε η εποχή των αγορασμένων μεταλλίων και των κατασκευασμένων επιτυχιών. Και μαζί εξαφανίστηκαν οι χορηγοί, αυτοί που επένδυαν λεφτά πάνω σε κατασκευασμένους πρωταθλητές. Μαζί εξαφανίστηκαν αυτά τα δύο είδη από το βασίλειο του αθλητισμού. Μαζί τελείωσαν. Η πηγή μεταλλίων άρχισε να στερεύει την ίδια εποχή που στέρευε το εύκολο χρήμα, το οποίο χρηματοδοτούσε τον “να ευχαριστήσω πρώτα απ’ όλα τον χορηγό μου που με στηρίζει” πρωταθλητισμό. Και τώρα που τα media έχουν μπει στην εποχή που χρηματοδοτούν τα απολύτως απαραίτητα και περνούν τα σύνορα μόνο για αποστολές με εξασφαλισμένη εκ των προτέρων την εμπορική επιτυχία, ο στίβος, που ανέκαθεν ήταν για τα media “αντιεμπορικός” χάνεται. Εξαφανίζεται.

Δεν θα συνέβαινε αυτό αν υπήρχε η ΕΡΤ. Οι Ελληνες που ενδιαφέρονταν θα έβλεπαν την διοργάνωση, και με δημοσιογραφική κάλυψη. Τώρα, στην καλύτερη περίπτωση, είναι πιθανό να παρακολουθήσουν ζωντανά κάποιες στιγμές, αλλά χωρίς δημοσιογραφική κάλυψη, αφού η Δημόσια Τηλεόραση δεν έχει δημοσιογράφους. Ακόμη όμως και να υπήρχε σε κανονική λειτουργία, η όποια Δημόσια Τηλεόραση δεν θα μπορούσε να καλύψει πλήρως το κενό. Διότι ακόμη και αν μπορούσε να ενημερώσει επαρκώς, είναι βέβαιο ότι δεν θα μπορούσε να εμπνεύσει, να παρακινήσει, να δημιουργήσει ή να αυξήσει το ρεύμα για κλασσικό αθλητισμό και, τελικώς, μαζικό αθλητισμό. Δεν το έκανε ποτέ στη διάρκεια της τελευταίας 10ετίας, γιατί να το έκανε τώρα;

Εχει διαχρονικά αποδειχθεί στη διάρκεια των τελευταίων τουλάχιστον 20 ετών ότι ο στίβος δεν είναι “εμπορικός” στην Ελλάδα. Δεν έκανε νούμερα στην τηλεόραση, δεν έφερνε φύλλα στις εφημερίδες, δεν κάνει pageviews στα websites. Διότι είναι ζήτημα κουλτούρας. Χρόνο με το χρόνο, από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 μέχρι σήμερα, ο στίβος έκανε όλο και πιο πολύ στην άκρη. Διότι δεν άφηνε λεφτά. Δεν είχε κέρδος. Ακόμη και στην εποχή των virtual μεταλλίων, ο κόσμος έδειχνε αδηφάγο ενδιαφέρον για το κουτσομπολιό και το πανηγύρι, όχι για τα αθλήματα. Ακόμη και στην εποχή που ο Κυριακού έφερνε στο ΟΑΚΑ τα αμερικανικά προϊόντα της βιομηχανίας του πρωταθλητισμού, ο κόσμος δεν ανταποκρινόταν μαζικά. Διότι ο νεοέλληνας δεν υπήρξε ποτέ λάτρης του κλασσικού αθλητισμού. Δεν διδάχθηκε σωστά την ιστορία του, δεν του έμαθαν ποτέ τα αθλήματα, τα σχολεία δεν τον έσπρωξαν στον στίβο, δεν του έδειξαν ως πρότυπα τους αθλητές του στίβου.

Στην Ελλάδα της κρίσης ο κλασσικός αθλητισμός πεθαίνει, ή στην καλύτερη φυτοζωεί. Με ευθύνη όλης της κοινωνίας του αθλητισμού, μαζί και της αγοράς του. Με ευθύνη όλων μας. Κι είναι κρίμα που αυτό συμβαίνει σε μια εποχή που η διοίκηση του στίβου, δηλαδή της ομοσπονδίας είναι μια εκ των ικανότερων που εμφανίστηκαν ποτέ στη σύγχρονη ιστορία του ΣΕΓΑΣ, αν όχι η ικανότερη. Είναι κρίμα που ο κλασσικός αθλητισμός πάει να σκάσει στα δικά τους χέρια. Από την άλλη πλευρά όμως ίσως κι αυτή να είναι η ελπίδα να κάνει ο κλασσικός αθλητισμός επανεκκίνηση. Θα επανέλθω σε αυτό προσεχώς.